Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Οι τρεις φίλοι και το μυστήριο της θαμμένης πόλης


Οι τρεις φίλοι και το μυστήριο της θαμμένης πόλης
από τον Κωνταντίνο Χρυσικό, Β3
Θα σας διηγηθώ μια ιστορία παλιά για τρεις φίλους που ανακάλυψαν κάτι, αλλά δεν τους πίστεψε κανείς. Είναι μια πολύ μυστηριώδης ιστορία, που ήταν θαμμένη καλά μέσα στον χρόνο.
 Ήταν μια όμορφη και ηλιόλουστη μέρα πριν από πολλά πολλά χρόνια, ένα Σάββατο του 1925. Ο Κώστας, ο ήρωας της ιστορίας μας, ήταν ένα παιδί που έμενε με την οικογένειά του στην Άνω Πόλη. Μία μέρα λοιπόν η μαμά του Κώστα, τον πήγαινε σε ένα φίλο του που έμενε αρκετά μακριά από το σπίτι τους. Ο Κώστας ήταν ένα 14χρονο αγόρι. Δεν τα κατάφερνε και πολύ καλά στα μαθήματα στο σχολείο, αλλά ήταν πολύ καλός στο να λύνει μυστήρια, από τα πιο απλά ως και τα πιο ακραία.
Το σπίτι, το οποίο θα επισκέπτονταν βρίσκονταν στο κέντρο της πόλης.
Κάθε φορά που περνούσαν από το μέρος εκείνο, το οποίο σημαδεύονταν από τα ίχνη του Βυζαντίου με τα απομεινάρια ενός επιβλητικού τείχους,  ο Κώστας αναρωτιόταν τι μπορεί να κρυβόταν κάτω από αυτά. Τα τείχη αυτά ήταν επιβλητικά και όμορφα, και ο Κώστας έλεγε πως ήθελε να τα εξερευνήσει! Η μητέρα του όμως, η Κατερίνα, του απαντούσε: «Δεν έχει και τίποτα το σπουδαίο να δεις εκεί πέρα... μόνο ξερόχορτα, βράχους και πέτρες». Ο Κώστας όμως αναρωτιόταν και έλεγε από μέσα του: «Δεν γίνεται! Κάτι κρύβουν και το ξέρω!». Ο Κώστας λοιπόν το έβαλε στόχο, να βρει τι κρυβόταν εκεί μέσα.
Ένα πρωινό που δεν είχαν σχολείο είπε στους δύο κολλητούς του φίλους, Αντώνη και Μαρία, τι σκόπευε να κάνει, και τους είπε πως χρειαζόταν τη βοήθεια τους. Οι δύο φίλοι συμφώνησαν μαζί του αμέσως και δεν άργησαν να συμφωνήσουν στο σχέδιο δράσης. Πήραν όλα τα απαραίτητα εργαλεία που χρειαζόντουσαν και ξεκίνησαν. Έφτασαν στο σημείο που έλεγε ο Κώστας και πράγματι αυτό που αντίκρισαν ήταν τα ξερόχορτα, οι πέτρες και οι βράχια. Ο Κώστας όμως ήταν παρατηρητικός. Παρατήρησε έναν βράχο που είχε ένα μικρό κόκκινο σημάδι, κάτι σαν συμβολισμός έμοιαζε. Έτρεξε αμέσως προς εκείνο το μέρος, σήκωσε την πέτρα και εκεί βρήκε ένα κλειδί. Ενθουσιασμένος φώναξε αμέσως τα παιδιά για να πάνε προς το μέρος του.
Τότε ξεκίνησαν να σκάβουν με τα φτυάρια τους. Σιγά-σιγά κάτι άρχισε να ξεπροβάλει απ΄ το χώμα. Ήταν ένα μεγάλο μπαούλο, όπου είχε μέσα ένα κουτί, αλλά δεν άνοιγε. Στο μυαλό του Κώστα ήρθε αμέσως το κλειδί, το οποίο τελικά άνοιξε το κουτί. Έκπληκτοι αλλά και παράλληλα περήφανοι οι τρεις κολλητοί για αυτό που βρήκαν, είδαν ότι επρόκειτο για κάποια χειρόγραφα, τα οποία έγραφαν πως τα πολύ παλιά χρόνια είχε γίνει μία μεγάλη καταστροφή και ότι όλη η πόλη είχε θαφτεί κάτω από το χώμα!!!
Τα παιδιά έτρεξαν σπίτι τους ενθουσιασμένα για την ανακάλυψη τους. Επιτέλους είχαν καταφέρει κάτι μεγάλο. Ανυπομονούσαν να ξαναπάνε στο μυστικό τους μέρος για να συνεχίσουν την εξερεύνηση και δεν είπαν τίποτα σε κανέναν. Την επόμενη φορά που πήγαν στο μέρος εκείνο, έψαχναν έψαχναν και δεν έβρισκαν τίποτα, όταν ξαφνικά εκεί που σήκωσαν έναν βράχο, βρήκαν ένα κούφιο ξύλο. Το έσυραν προς τα πάνω και έγινε το παράδοξο... ένα ατελείωτο και μακρύ μονοπάτι ξεδιπλώθηκε μπροστά τους. Τρομαγμένα τα παιδιά, τρέμοντας πήραν την απόφαση να το κατέβουν!!!
   Ύστερα από πολύ ώρα πορείας, άρχισαν να βρίσκουν ερείπια και διάφορα αντικείμενα. Εργαλεία, πιάτα, πιθάρια βρίσκονταν σ’ εκείνες τις στοές σκεπασμένα με χώμα.  Δρόμοι, ναι δρόμοι στρωμένοι με πέτρες οδηγούσαν τα παιδιά κάτω από τη γη σε απίστευτες ανακαλύψεις.
Όταν επέστρεψαν στα σπίτια τους μίλησαν στην κοινότητα  για την ανακάλυψη τους και δύσπιστοι οι μεγάλοι πήγαν να δουν. Κάποιοι ειδικοί, αρχαιολόγοι, τους ρώτησαν πού ήταν το μονοπάτι, που έλεγαν ότι είχαν βρει και οι τρεις κολλητοί φίλοι τους οδήγησαν στο σημείο που βρισκόταν ο βράχος. Έτσι λοιπόν τον σήκωσαν ,αλλά έκπληκτοι όλοι είδαν, ότι δεν υπήρχε τίποτα παρά μόνο χώμα. Τα παιδιά φοβισμένα και γεμάτα ενοχές επέμεναν σ’αυτά που είχαν δει την προηγούμενη μέρα. Φυσικά κανείς δεν τους πίστεψε. Θύμωσαν μαζί τους που ήταν τόσο ονειροπαρμένα και είχαν ξεσηκώσει τον κόσμο για το τίποτα. Τους κοίταξαν άλλοι ειρωνικά και άλλοι εξοργισμένοι και έφυγαν. Τα παιδιά έμειναν εκεί ντροπιασμένα και δεν κατάφεραν ποτέ ξανά να κατέβουν στην υπόγεια πόλη που είχαν μαζί θαυμάσει.
Σχεδόν εκατό χρόνια μετά, σε έργα που γίνονταν στο κέντρο της πόλης ανακαλύφθηκαν ευρήματα που έδειχναν την ύπαρξη μιας θαμμένης πόλης. Ήταν όμως η ίδια πόλη που είχαν ανακαλύψει τότε οι τρεις φίλοι; Ο Κώστας πολύ παππούς πια, καθηλωμένος στην αναπηρική καρέκλα, διάβασε το νέο στην εφημερίδα του. Θυμήθηκε την περιπέτειά του και φώναξε τον δισέγγονό του, τον Κωστάκη, να του τα διηγηθεί. «Ναι, ναι,  παππού, ξέρω, μήπως είχε και κανέναν δράκο που πετούσε φλόγες εκεί κάτω;» , γέλασε το μικρό παιδί και έτρεξε στο παιχνίδι του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου